Αγαπητοί γονείς,

Σας καλωσορίζουμε στην ιστοσελίδα του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 1ου Ολοήμερου Νηπιαγωγείου &Δημοτικού Σχολείου Κατερίνης. Η ιστοσελίδα αυτή αποβλέπει στην άμεση ενημέρωσή σας, γιατί πιστεύουμε πως ο ενημερωμένος γονέας είναι πιο χρήσιμος και πιο ενεργός στην σχολική κοινότητα. Θα χαρούμε να μας βοηθήσετε στην προσπάθειά μας αυτή στέλνοντάς μας παρατηρήσεις, σχόλια, κείμενα, άρθρα, links στην ηλεκτρονική μας διεύθυνση:1odimotikokaterinis@gmail.com. Ελπίζουμε να γίνει αφορμή για μεγαλύτερη συνεργασία και περισσότερη συμμετοχή όλων των γονέων, μαθητών και εκπαιδευτικών του σχολείου μας.

Ρήμα, Υποκείμενο, Κατηγορούμενο, Αντικείμενο



Ρήμα είναι το κλιτό μέρος του λόγου που χρησιμοποιούμε προκειμένου να εκφράσουμε πως κάποιος κάνει κάτι, παθαίνει κάτι ή βρίσκεται σε μια κατάσταση.

Π.χ. γράφω, διαβάζω, χτενίζομαι, γράφομαι, πονώ, καταλαβαίνω, κ.λ.π. Έχουν δύο φωνές: την ενεργητική και την παθητική...

1. Ενεργητική φωνή: Στη φωνή αυτή ανήκουν τα ρήματα που τελειώνουν σε –ω. Η πράξη στη που γίνεται στη φωνή αυτή πηγαίνει σε κάποιον άλλον ή κάπου αλλού. Π.χ. δένω, γράφω, ακούω, δίνω, κ.λ.π.

2. Παθητική φωνή: Στη φωνή αυτή ανήκουν τα ρήματα που τελειώνουν σε -μαι. Η πράξη που γίνεται στη φωνή αυτή γυρίζει πίσω στο πρόσωπο που την κάνει. Π.χ. γράφομαι πλένομαι, ντύνομαι, κ.λ.π.

Οι καταλήξεις των ρημάτων, της ενεργητικής φωνής, εκτός από το –ω, που βρίσκεται σε όλα τα ρήματα, μπορεί να έχουν διαφορετικό χαρακτήρα. Έτσι έχουμε ρήματα που τελειώνουν σε: -άβω (ράβω, ανάβω), -εύω (παιδεύω, μαγειρεύω), -αίνω (κουτσαίνω, μαθαίνω), -ένω (μένω, δένω, πλένω), -έρνω (σέρνω, φέρνω), -ίζω (σκίζω, διορίζω), κ.λ.π.

Η ορθογραφία των ρημάτων, ακολουθεί κάποιους κανόνες. Έτσι όλα τα ρήματα της ενεργητικής φωνής, στο β’ και στο γ’ πρόσωπο του ενικού αριθμού (β’ πρόσωπο: εσύ, γ’ πρόσωπο: αυτός), γράφονται με -ει (έψιλον-γιώτα), ενώ στο α’ και στο β’ πρόσωπο του πληθυντικού αριθμού (α’ πρόσωπο: εμείς, β’ πρόσωπο: εσείς), γράφονται με -ε (έψιλον).

Τα ρήματα της παθητικής φωνής, ακολουθούν τους δικούς τους κανόνες ορθογραφίας. Έτσι, στο α’, β’ και γ’, πρόσωπο του ενικού αριθμού (εγώ – εσύ - αυτός) και στο γ’ πρόσωπο του πληθυντικού αριθμού (αυτοί) γράφονται με -αι (άλφα-γιώτα), ενώ στο α’, και στο β’ πρόσωπο του πληθυντικού αριθμού (εμείς – εσείς) γράφονται με -ε (έψιλον).

ΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ

1. ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ:Ο χρόνος αυτός μας φανερώνει την πράξη που γίνεται τώρα. Π.χ. γράφω, παίζω, διαβάζω, μιλώ, τραγουδώ, κ.λ.π. Αναφέρεται στο παρόν (στο σήμερα).

2. ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ: Αυτός ο χρόνος μας φανερώνει μια πράξη που γινόταν χτες (στο παρελθόν) συνέχεια. Π.χ. έγραφα, έπαιζα, διάβαζα, κ.λ.π.

3. ΑΟΡΙΣΤΟΣ: Ο χρόνος αυτός μας φανερώνει μια πράξη που έγινε στο παρελθόν για μια στιγμή και τέλειωσε στο παρελθόν. Π.χ. έγραψα, έπαιξα, διάβασα, κ.λ.π.

4. ΣΤΙΓΜΙΑΙΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ: Ο χρόνος αυτός αναφέρεται σε πράξη που θα γίνει σε μια στιγμή στο μέλλον. Παίρνει τη λέξη θα σαν πρόθεμα Π.χ. θα γράψω, θα παίξω, θα διαβάσω, κ.λ.π.

5.ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ: Ο χρόνος αυτός, μας λεει ότι η πράξη θα γίνεται στο μέλλον συνέχεια. Παίρνει τη λέξη θα σαν πρόθεμα Π.χ. θα γράφω, θα παίζω, θα διαβάζω, κ.λ.π.

6. ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ: Ο χρόνος αυτός μας λέει ότι η πράξη έχει γίνει στο παρελθόν και σήμερα έχει τελειώσει. Παίρνει σαν πρόθεμα τη λέξη έχω. Π.χ. έχω γράψει, έχω παίξει, έχω διαβάσει, κ.λ.π.

7. ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ: Ο χρόνος αυτός μας λέει ότι η πράξη είχε γίνει και είχε τελειώσει στο παρελθόν. Παίρνει σαν πρόθυμα τη λέξη είχα. Π.χ. είχα γράψει, είχα παίξει, είχα διαβάσει, κ.λ.π.

8. ΣΥΝΤΕΛΕΣΜΕΝΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ: Ο χρόνος αυτός μας λέει ότι η πράξη θα έχει γίνει στο μέλλον. Παίρνει σαν πρόθεμα τις λέξεις θα έχω. Π.χ. θα έχω γράψει, θα έχω παίξει, θα έχω διαβάσει, κ.λ.π

Μπορούμε να κατατάξουμε τους χρόνους σε τρεις κατηγορίες:

1.Παροντικοί χρόνοι: (Αυτοί που μιλούν για το σήμερα): Ενεστώτας, Παρακείμενος

2.Παρελθοντικοί χρόνοι: (Αυτοί που μιλούν για το χτες ): Παρατατικός, Αόριστος, Υπερσυντέλικος.

3.Μελλοντικοί χρόνοι: (Αυτοί που μιλούν για το αύριο ): Στιγμιαίος Μέλλοντας, Εξακολουθητικός Μέλλοντας, Συντελεσμένος Μέλλοντας.

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ



Είναι η λέξη της πρότασης που δείχνει ποιος είναι αυτός, αυτή ή αυτό που κάνει ή παθαίνει κάτι ή βρίσκεται σε μια κατάσταση.

π. χ. Ο Γιώργος παίζει κιθάρα.

Για να βρούμε το υποκείμενο, απαντούμε στην ερώτηση ποιος / ποια / ποιο…

Το υποκείμενο βρίσκεται πάντα σε πτώση ονομαστική και είναι (συνήθως) ουσιαστικό ή αντωνυμία. Σε αρκετές περιπτώσεις το υποκείμενο παραλείπεται, γιατί εννοείται. Στην περίπτωση όμως που το ρήμα είναι απρόσωπο, το υποκείμενο είναι μία ολόκληρη πρόταση. Όταν το ρήμα είναι απρόσωπο, η πρόταση – το υποκείμενο στο ρήμα δηλαδή – ξεκινάει με το να, το ότι ή το πώς. Σε αυτήν την περίπτωση το υποκείμενο απαντά στην ερώτηση τι.


ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ
Είναι η λέξη της πρότασης που φανερώνει ότι το υποκείμενο έχει μια ιδιότητα ή ένα χαρακτηριστικό ή βρίσκεται σε μια κατάσταση.

Κατηγορούμενο παίρνουν μόνο ορισμένα ρήματα, τα οποία ονομάζονται συνδετικά, επειδή συνδέουν το υποκείμενο με το κατηγορούμενο.

Τα πιο συνηθισμένα ρήματα είναι τα εξής: είμαι, γίνομαι, φαίνομαι, λέγομαι, ονομάζομαι, γεννιέμαι, θεωρούμαι, παρουσιάζομαι, ορκίζομαι, σπουδάζω.

ΠΡΟΣΟΧΗ!!! Ορισμένα από αυτά τα ρήματα μπορεί άλλες φορές να παίρνουν κατηγορούμενο και άλλες όχι! Το κατηγορούμενο μπορεί να είναι ουσιαστικό, επίθετο, αντωνυμία, ονοματική φράση ή και ολόκληρη πρόταση. Το κατηγορούμενο μπαίνει πάντα στην ίδια πτώση, γένος και αριθμό με το υποκείμενο και απαντά στην ερώτηση τι.

π.χ. Ο Πέτρος φαίνεται αγχωμένος.

(Τι είναι; Αγχωμένος –κατηγορούμενο/μετοχή, δείχνει την κατάσταση του υποκειμένου)

Η Τασία σπουδάζει γιατρός.

(Τι σπουδάζει; Γιατρός –κατηγορούμενο/ουσιαστικό, δείχνει την ιδιότητα του υποκειμένου)

Ο γείτονάς μας θεωρείται εξαιρετικός στη δουλειά του.

(Τι θεωρείται; Εξαιρετικός στη δουλειά του –κατηγορούμενο/ονοματική φράση, δείχνει ένα χαρακτηριστικό του υποκειμένου)

Η Δήμητρα ορκίστηκε δασκάλα.

(Τι ορκίστηκε; Δασκάλα –κατηγορούμενο/ουσιαστικό, δείχνει μία ιδιότητα του υποκειμένου)

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ


Είναι η λέξη της πρότασης που φανερώνει το πρόσωπο ή το πράγμα στο οποίο πηγαίνει η ενέργεια του υποκειμένου.

π. χ. Ο Γιώργος παίζει κιθάρα.

Για να βρούμε το αντικείμενο, απαντούμε στην ερώτηση τι ή (σε) ποιον. Το αντικείμενο είναι συνήθως σε πτώση αιτιατική και είναι (συνήθως) ουσιαστικό, επίθετο, μετοχή ή αντωνυμία (στην τελευταία περίπτωση συχνά χρησιμοποιείται ο ασθενής τύπος της αντωνυμίας). Επίσης, το αντικείμενο μπορεί να είναι ονοματική φράση (φράση χωρίς ρήμα) ή ολόκληρη πρόταση (φράση με ρήμα). Σε ορισμένες περιπτώσεις, μία πρόταση μπορεί να έχει δύο αντικείμενα. Τα ρήματα που έχουν αντικείμενο λέγονται μεταβατικά, ενώ αυτά που δεν έχουν αμετάβατα.

π.χ. Η Νεφέλη μου χάρισε το μολύβι.

(Τι χάρισε; Το μολύβι – αντικείμενο / ουσιαστικό

Σε ποιον το χάρισε; Σε εμένα/ μου – αντικείμενο/αντωνυμία – ασθενής

τύπος). Το ρήμα είναι μεταβατικό, γιατί έχει αντικείμενο.

Η Σοφία κάνει παρέα στην αδελφή μου.

(Τι κάνει; Παρέα στην αδελφή μου – αντικείμενο/ονοματική φράση). Το ρήμα είναι μεταβατικό.

Κανονίσαμε να συναντηθούμε.

(Τι κανονίσαμε; Να συναντηθούμε – αντικείμενο/πρόταση). Το ρήμα είναι μεταβατικό.

Ο Μάριος τρέχει γρήγορα.

Το ρήμα είναι αμετάβατο, γιατί δεν έχει αντικείμενο.

Μεταβατικά είναι τα ρήματα που η ενέργειά τους μεταβαίνει σε κάποιον ή κάτι. Τα ρήματα αυτά συνδυάζονται με αντικείμενο. Υπάρχουν δύο είδη μεταβατικών ρημάτων: τα μονόπτωτα και τα δίπτωτα.

1) Μονόπτωτα είναι τα μεταβατικά ρήματα που συνδυάζονται με ένα αντικείμενο (μια ονοματική φράση ή μια αντωνυμία) στην αιτιατική:

Το παιδί έσπασε το ποτήρι.

Ο Γιώργος λέρωσε την μπλούζα του.

Ο Αντρέας τον κάλεσε στο σπίτι του.

Τα μονόπτωτα ρήματα μπορεί να βρίσκονται και στην παθητική φωνή:

Σκέφτομαι τις καλοκαιρινές διακοπές.

Ο μικρός φοβάται το σκοτάδι.

Επίσης, τα μονόπτωτα ρήματα μπορεί να συνδυάζονται και με αντικείμενο στη γενική, είναι όμως λίγα:

Το αγόρι μοιάζει του πατέρα του.

Σου μίλησε;

Μου φτάνει αυτό.

Μεταβατικά ρήματα όπως το γράφω, πίνω, πλένω, τρώω κτλ. είναι δυνατόν να χρησιμοποιούνται και χωρίς αντικείμενο και τότε δηλώνουν απλώς μια ενέργεια (είναι αμετάβατα):

Έγραψε το γράμμα. (μεταβατικό)

Μη φωνάζεις, ο αδερφός σου γράφει. (αμετάβατο)

Η Ελένη έπλυνε την μπλούζα σου. (μεταβατικό)

Η μαμά πλένει. (αμετάβατο)

Ο Κώστας πίνει πορτοκαλάδα. (μεταβατικό)

Ο Κώστας πίνει. (αμετάβατο)

Στην πρώτη πρόταση φαίνεται ότι ο Κώστας πίνει πορτοκαλάδα, ενώ στη δεύτερη πρόταση υπάρχει αμφισημία, αφού η πρόταση «Ο Κώστας πίνει» μπορεί να σημαίνει ότι πίνει κάτι τώρα, αλλά και ότι γενικά πίνει (δηλαδή καταναλώνει οινοπνευματώδη ποτά).

2) Δίπτωτα είναι τα ρήματα που συνδυάζονται με δύο αντικείμενα. Ένα άμεσο στην αιτιατική που απαντάει στην ερώτηση "τι;" και ένα έμμεσο συνήθως σε πτώση γενική, που δείχνει πρόσωπο και απαντάει στην ερώτηση "σε ποιον" ή μερικές φορές σε αιτιατική και απαντάει στην ερώτηση "ποιον".

Η Άννα έδωσε το καινούριο μολύβι του Κώστα.

Η μαμά τηγάνισε τα κεφτεδάκια του Γιάννη.

Ορισμένα ρήματα, όπως διδάσκω, κερνάω, μαθαίνω, ρωτάω κάποιον ή κάτι, έχουν και τα δύο αντικείμενα στην αιτιατική:

Μαθαίνει την κόρη της χορό.

Διδάσκει τους μαθητές λυκείου φυσική.

Κέρασε τη φίλη της έναν καφέ.

Ήθελα να ρωτήσω κάτι τη Σοφία.

Τέλος, υπάρχουν ρήματα που ως συμπλήρωμα έχουν εξαρτημένες προτάσεις (ονοματικές), π.χ.

Ο μικρός χαλάει ό,τι βρει μπροστά του.

Παίρνω όσα πράγματα μου χρειάζονται.


Μιλτιάδης Ζωγράφος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Δεκαδικό ανάπτυγμα ενός αριθμού

Εμπρόθετοι προσδιορισμοί

Άμεσο και Έμμεσο Αντικείμενο

Πότε βάζουμε κόμμα

Δικατάληκτα επίθετα

Αποχαιρετιστήριο μήνυμα της δασκάλας του ΣΤ`1 Πεδεκίδου Ευμορφύλη προς τους μαθητές της

Επιρρήματα

Πρόσκληση γιορτή λήξης σχολικού έτους